photo by Brooke Shaden |
Σταμάτησα απότομα. Ήχος διαπεραστικός. Μυρωδιά από καμένο λάστιχο και ηχώ από το φρενάρισμα. Γύρισα το διακόπτη αργά και ακόμα πιο αργά έβγαλα το κλειδί από τη μίζα. Χτύπησα μερικές φορές το χέρι στο τιμόνι, λες και με κοιτούσε κάποιος και χρειαζόμουν το δράμα. Κοίταξα στιγμιαία τη θέση του συνοδηγού. Ένα τσαλακωμένο αστέρι και ένα ξεραμένο λουλούδι μαζί με το τελευταίο, πεταχτό φιλί. Ξέλυσα τη ζώνη και βγήκα βιαστικά έξω. Όχι, δε χτύπησα με δύναμη την πόρτα. Την άφησα ανοιχτή. Και τα παράθυρα. Και τα φώτα.
Παλάμες στο ζεστό καπό. Γόνατα στο στήθος. Ψυχή στο χώμα.
Εκεί θα με βρεις, σου είπα. Στο σημείο που οι δέσμες των προβολέων αχνοσβήνουν. Στο σημείο όπου τώρα η ανάσα μου ταράζει την ηρεμία του νερού. Ξαπλωμένη στο παραλίμνιο. Βουτηγμένη σχεδόν. Με ρούχα ποτισμένα, ένα με το δέρμα. Με χέρια να ψηλαφίζουν τον πυθμένα. Να ψάχνουν στα τυφλά τα ντροπαλά φυτά. Να χαϊδεύουν τις ρίζες από τα νούφαρα.
To ήξερες αυτό; Είναι ριζωμένα κρυφά. Είναι πάντα εκεί. Στο ίδιο σημείο. Κι ας σου φαίνεται ότι απλά επιπλέουν. Κι ας φοβάσαι ότι θα απομακρυνθούν.
Αν έρθεις θα σου μιλήσω και γι' άλλα πράγματα. Από τα δικά μου. Τα χωρίς λόγια. Θα με αφήσεις να σου τα μάθω;
Θα πάρω το χέρι σου και θα το βουτήξω μέσα στο σκοτεινό νερό μαζί με το δικό μου. Χωρίς βιασύνη. Τι σημασία έχει αν δε βλέπεις; Αρκεί να θέλεις.
Πρώτα τα ακροδάχτυλα θα γλύψουν την επιφάνεια. Άσε την παλάμη σου ελεύθερη σε μένα. Πίεσε ελαφρά προς τα κάτω. Νιώσε τη θερμοκρασία. Νιώσε την υγρή μάζα που αντιστέκεται. Τι αισθάνεσαι;
Ψάξε υποβρυχίως τα δάχτυλά μου. Κράτα τα σφιχτά και βύθισέ τα αργά στο υγρό χώμα. Ανέσυρέ τα έξω από το νερό και απέθεσέ τα στο πρόσωπό σου. Άφησέ τα να νοτίσουν το στόμα σου, να στάξουν στο λαιμό σου, να κάψουν το στέρνο σου.
Δεν ξέρω αν κατάλαβες τον λόγο που ήθελα να με έρθεις να με βρεις. Προσπάθησα. Δεν ξέρω. Πες μου. Κατάλαβες τι ήθελα απεγνωσμένα να σου μάθω;
Παλάμες στο ζεστό χώμα. Γόνατα στο νερό. Ψυχή ριζωμένη στον πυθμένα.
Μα..πως αλλιώς να εξηγήσεις στον τυφλό το χρώμα;